Η πολιτιστική επιτροπή του Συλλόγου σας καλεί την Τρίτη 18 Φεβρουαρίου, στις 18:30, στην εικαστική έκθεση Κρίσιμη Τέχνη – Τέχνη στην Κρίση, όπου παρουσιάζεται η διαφορετική εικαστική ματιά τεσσάρων σημαντικών Ελλήνων καλλιτεχνών.
Η κατοχή, ο εμφύλιος, η μετανάστευση, η δικτατορία, η μεταπολίτευση μέχρι και η σημερινή κοινωνική/πολιτική πραγματικότητα με δραματική κορύφωση την κρίση, την νέα μετανάστευση, την ανεργία και τους άστεγους, καταγράφονται εδώ ενδεικτικά αλλά και παραδειγματικά μέσα από το έργο τεσσάρων δημιουργών, τεσσάρων διαφορετικών γενεών.
Πινακοθήκη Δήμου Αθηναίων
Λεωνίδου και Μυλλέρου – Μεταξουργείο
στάση Μετρό: Μεταξουργείο
δείτε αναλυτικά για την έκθεση εδώ
Συνέντευξη του Δημήτρη Κατσούδα στο ΑΠΕ – ΜΠΕ
Εικαστική πρόταση για το «Σπίτι του Άστεγου» – «Προσωπικά δεν χωράω πουθενά, ούτε στα κουτιά που έφτιαξα» λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο καλλιτέχνης Δημήτρης Κατσούδας
Πηγή : ΑΠΕ-ΜΠΕ, http://www.amna.gr
http://www.amna.gr/article/49703/Eikastiki-protasi-gia-to-%C2%ABSpiti-tou-Astegou%C2%BB-
«Και οι ποιητές τι χρειάζονται σ΄ έναν μικρόψυχο καιρό»; Το
ρητορικό ερώτημα του ποιητή Φρήντριχ Χέλντερλιν, επανέρχεται με την οξύτητα
της κοινωνικής κρίσης.
Πόσο μάλλον στην ιδέα μιας εικαστικής πρότασης για «Το σπίτι του
‘Αστεγου», μια σύνθεση από χαρτόκουτα, του Δημήτρη Κατσούδα.
«Με πρώτη ύλη τα χαρτόνια συσκευασίας επιδιώκω να ορίσω τον
ελάχιστο χώρο ανθρώπινης επιβίωσης. Ένα είδος καταφύγιου στον ανέστιο
πολίτη, στην χώρα του Ξένιου Δία. Ένας προβληματισμός για το τι είναι
αποφασισμένο από μια εξουσία και τι καταδικασμένο να είναι πάντα στο
περιθώριο» απαντά ο 44χρονος καλλιτέχνης. Γιαννιώτης στην καταγωγή αλλά
κάτοικος εδώ και κάποια χρόνια, της Αθήνας. ‘Έχει πάρει μέρος σε ομαδικές
εκθέσεις.
Αυτές τις μέρες, συμμετέχει στην έκθεση «Κρίσιμη Τέχνη- Τέχνη στην
Κρίση», στη Δημοτική Πινακοθήκη της Αθήνας έως τις 7/3.
Με «Το σπίτι του ‘Αστεγου», δίπλα στα ασπρόμαυρα σχέδια της ‘Άννας
Κινδύνη από την κατοχή, τους μετανάστες- ανδρείκελα του Βλάση Κανιάρη της
δεκαετίας του 70, και τους χρωματιστούς πίνακες του Γιάννη Ψυχοπαίδη, από τη
βία της χούντας στον επίπλαστο ευδαιμονισμό του 90.
Η έκθεση διοργανώνεται από την «Πρωτοβουλία για την Υπεράσπιση της
Κοινωνίας και της Δημοκρατίας».
Τέσσερις δημιουργοί διαφορετικών γενιών, που το έργο τους βρίσκεται
σε μια διαρκή ανάγνωση της ιστορίας και της κοινωνίας, πρόσφατης και
τρέχουσας, από τον πόλεμο μέχρι τις μέρες μας.
Το σκληρό και ειρωνικό έργο του Δημήτρη Κατσούδα, με την ιδιαίτερη
πλαστικότητα της φόρμας του και την κοινωνική του αναφορά του στον δρόμο της
πρωτεύουσας, μαρτυρά έναν νέο τρόπο έκφρασης που αναζητά η καινούργια γενιά
Ελλήνων καλλιτεχνών, πιεσμένη κι αυτή από τους κλυδωνισμούς της εποχής.
«Το σπίτι του ‘Αστεγου», είναι υπολογισμένο με γεωμετρική ακρίβεια στη
λογική της δομής ενός σπιρτόκουτου. Η σύνθεση αποτελείται από τέσσερα
”υπνόκουτα”. Για να κοιμάται ο άστεγος, για να μπορεί να σέρνει το κουτί
του σαν ογκώδη βαλίτσα πάνω σε ρόδες ή να γίνεται και σακίδιο, με
προσαρμοσμένους ιμάντες, ώστε να κουβαλά τα υπάρχοντά του. Μια τεράστια
κασετίνα ανοίγει στα δύο σαν κρεβάτι. Όποιος κοιμηθεί μέσα, βλέπει το
αντίγραφό του από πάνω. Στο εσωτερικό της, το περίγραμμα του ανθρώπινου
σώματος, πάντα χωρίς χαρακτηριστικά προσώπου, είναι επενδυμένο με φελιζόλ,
που παραπέμπει σε ψυγείο. Η ειρωνεία της ανθρώπινης συσκευασίας αιφνιδιάζει.
Όπως και όλο το εγχείρημα του Δημήτρη Κατσούδα, που αποφοίτησε από την Σχολή
Καλών Τεχνών της Αθήνας, πριν δύο χρόνια, αφού προηγουμένως σπούδασε στο
παιδαγωγικό τμήμα του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων. Πτυχίο στο οποίο οφείλει και
τον βιοπορισμό του ως δάσκαλος της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, σε γειτονιά της
Αθήνας.
Ερ: Μινιμαλιστικό στη μορφή και ιδιαίτερα πυκνό σε περιεχόμενο το έργο
σου. Πώς ξεκίνησε ;
Απ: “Πριν έξη χρόνια, κληθήκαμε από την ΑΣΚΤ οι φοιτητές να φανταστούμε
τον τρόπο που ζει ο άστεγος. ‘Αρχισα να σχεδιάζω ελεύθερα σε μπλοκάκια, ας
πούμε ένα είδος συμπυκνωμένων σημειώσεων. Δεν είχα ένα θεωρητικοποιημένο
μοντέλο που το έβαλα σε εφαρμογή. Διαμορφώθηκε στην πορεία. Στην έκθεση,
υπάρχει και η αρχιτεκτονική μελέτη, που έφτιαξα αργότερα σαν ντοκουμέντο
προκατασκευής αυτών των σπιτιών, με κατόψεις, πλάγιες όψεις, αξονομετρικά.
Είναι μια καταγραφή με όλη τη σκέψη μου τα τέσσερα χρόνια που δούλευα αυτά
τα σπιτάκια.
Ερ:Πότε συναντήθηκε η καλλιτεχνική σου έμπνευση με την κοινωνική διάσταση
του θέματος;
Απ:Ήταν το 2011, με τα κινήματα της πλατείας και τις διαμαρτυρίες στο
Σύνταγμα. Ο κόσμος σηκώθηκε από τον καναπέ, βγήκε έξω. Μ’ απασχολεί ο
άνθρωπος που είναι στον δρόμο. Με κέντρισε να παρατηρήσω τι άνθρωποι είναι
αυτοί. Στις συνελεύσεις στην κάτω πλατεία, οι άνεργοι μικροαστοί, στην πάνω
πλατεία οι ακροδεξιοί, τα ΜΑΤ, οι φοιτητές κ.ο.κ. Όταν αντίκρισα κάτω από
εκείνες τις συνθήκες το μνημείο του ‘Αγνωστου Στρατιώτη, τότε έκανα τη
σύνδεση. Ότι στους αφανείς ήρωες που έχασαν τη ζωή τους στις μάχες,
αποδίδουν τιμές,” κλίνη κενή φέρεται εστρωμένη των αφανών ”, όπως αναφέρει
ο Θουκυδίδης,- ενώ σε μικρή απόσταση από το μνημείο, και σε πολλά σημεία της
πόλης, ζουν άστεγοι σε χαρτόκουτα. Για μένα το χαρτόκουτο είναι το δραματικό
αντιμνημείο μιας ιστορίας καθημερινής και ανεπίσημης. Κι εμείς για να
τιμήσουμε τον ‘Αγνωστο Στρατιώτη γυρίζουμε την πλάτη στην απόλυτη
πραγματικότητα που βρίσκεται κάτω και λίγο πέρα από την πλατεία.
Υποκρινόμαστε συλλογικά. Κι αν λέμε ότι υπάρχει η ζωή και η τέχνη, σ αυτήν
την περίπτωση πώς ορίζονται αυτές οι έννοιες;
Ερ: Μια πρότασή σου για σπίτι άστεγου , είναι το χαρτόκουτο σε σχήμα
φέρετρου, που φέρει την σφραγίδα «Temple inland»( Ναός της ενδοχώρας). Είναι
άγριο και σκληρό. Γιατί το διάλεξες;
Απ: Στην τέχνη στοχεύεις ανάμεσα στη μεταφορά και στην κυριολεξία. Δεν
μπορείς να είσαι περιγραφικός. Το φέρετρο ήταν το πρώτο που έφτιαξα από τα
σπίτια αστέγων. Μετά ήθελα κάποιες κατασκευές πολυμορφικές, στις οποίες να
κοιμάσαι και να κουβαλάς το βιός σου. Ένα αντιμνημείο χωρίς σταθερή σχέση.
Το κουβαλάει ο καθένας, και ορίζει κάθε φορά τον μνημειακό χώρο σε σχέση με
το δικό του σώμα μέσα στην πόλη. Ένα κουτί σαν βάθρο όπου κοιμάται ο
άνθρωπος, πάνω από το μετρό ή μέσα σε μια κόγχη, για λίγη ζεστασιά. Δεν έχει
να κάνει με τον θάνατο αλλά με μια ζωή που βασανίζεται. Φωνάζει δραματικά
αλλά κανείς δεν ακούει, κανείς δεν μπορεί να εξοικειωθεί με το ανοίκειο.
Ήθελα να κάνω κρεβάτι από χαρτόκουτο, κάτι που εμείς, οι εντός κοινωνικού
πλαισίου δεν το έχουμε κάνει. Ένα σπιρτόκουτο που να ανοίγει, να το
φορτώνεις, να το ξεφορτώνεις και να κοιμάσαι κιόλας. Γιατί από τη μήτρα έως
το φέρετρο, η ενδιάμεση κατάσταση για κάποιους ανθρώπους είναι η αναζήτηση
του ελάχιστου χώρου μέσα σε όλη αυτή την πυκνή δόμηση, σε σχέση με τον
σωματότυπο που διαθέτουν. Σα μοντέλο χρησιμοποίησα τον δικό μου σωματότυπο.
Μετρούσα τις πλάτες μου, τα πόδια μου, το ύψος, το κεφάλι μου, ώμους,
πέλματα κι άφηνα ένα μικρό κενό για να μπορώ να στρίβω. Γιατί οι άστεγοι
ξαπλώνουν και κουβαριάζονται σε μέρη οριακά μεγαλύτερα από την έκταση του
σώματος τους. Δεν έκανα καμία ζωγραφική παρέμβαση, άφησα την βιομηχανική
αισθητική του χαρτιού συσκευασίας να πει ό,τι είναι να πει. Οι δε σφραγίδες
πάνω στα χαρτόκουτα λειτουργούν σαν τίτλος του κάθε έργου.” Τhe familiar”
έγραφε ένα χαρτόνι, το οικείο δηλαδή. Νόμισα ότι κάποιος μου κάνει πλάκα με
τα χαρτόνια.
Ερ:Τα συγκέντρωσες εύκολα;
Απ: Το έργο ξεκίνησε στον δρόμο με διαπραγμάτευση. Για να αποκτήσω τα
χαρτόνια έπρεπε να τα διαπραγματευτώ. Τα διεκδικούσαν άστεγοι,- είχα κι ένα
ιδεολογικό θέμα-, ότι εμένα μ απασχολούσε η τέχνη μου και δευτερευόντως οι
άνθρωποι. Διεκδικούσα τα χαρτόνια από τους άστεγους και από τους άλλους, που
επιβιώνουν στα όρια, στοιβάζοντας τα στα τρίκυκλα, για να τα πουλήσουν.
Γίνονταν διάλογοι του τύπου, ”γιατί το θες ; θέλω να φτιάξω ένα κρεβάτι για
να κοιμάμαι. Κι εγώ για να κοιμάμαι. Ωραία, φέρτο μου”. ‘Αλλος μου έλεγε
”κράτησέ το γιατί αυτό είναι στεγνό, περιμένω να βρέξει να γίνει βαρύ, να
ζυγίζει περισσότερο. Θα μου το αγοράσουν περισσότερα ευρώ”.
Γι αυτό τα μαζεύουν νύχτα, όταν πέφτει η υγρασία και τα χαρτιά βαραίνουν.
Δεν ήξερα ποιους να αφήσω και ποιους να προτιμήσω. Απάλειψα και την
ιδεολογική αναστολή, τα έπαιρνα σα νικητής μιας διεκδίκησης. Νομίζω ότι το
έργο μου, δεν είναι για να στολίσει σαλόνι αλλά διατηρεί την αναφορά του
στον δρόμο. Τα σπιτάκια, έχουν ένα αυστηρό σχέδιο, στα όρια του τυπώματος.
Ερ: Σ’ ενδιαφέρει η πολιτική τέχνη;
Απ: Εμένα μ΄ ενδιαφέρει η συγκίνησή μου να έχει πλαστικότητα. Δεν κάνω
ένα έργο για να αποτελέσει κοινωνική διαμαρτυρία. Όταν ειδικά, προηγούνται
άλλοι να πάρουν θέση σε τέτοια ζητήματα. Κι είναι πολλά τα στόματα που έχουν
σωπάσει, και δεν κάνουν κανένα σχόλιο, ούτε καν νύξη, για όσα μας
ταλανίζουν. Πώς ορίζουμε τον πολιτικοποιημένο καλλιτέχνη σήμερα; Είναι ένα
ζήτημα. Για παράδειγμα αυτό το έργο μου, έχει κοινωνική αναφορά. Θέλει να
γεννά έναν προβληματισμό που αναγκαστικά οδηγεί σε πολιτική σκέψη. Όμως ο
καλλιτέχνης πρέπει να γνωρίζει ότι το κρίσιμο σημείο είναι να πει αυτό που
θέλει με το έργο του, και να διαφυλάξει την καλλιτεχνική του επάρκεια. Να
μην κάνει ένα εύκολο, στρατευμένο έργο.
Ερ: Μιλάς για τους άστεγους στο περιθώριο μιας κοινωνίας της οποίας το
πλαίσιο που γνωρίζαμε έχει ριζικά αλλάξει.
Απ: Πριν κάποια χρόνια στον δρόμο, ήταν μόνο ναρκομανείς, αλκοολικοί,
περιπτώσεις ψυχιατρικές, κυρίως. Τελευταία βλέπουμε κι άλλη κατηγορία,
αυτούς που δεν είναι ρακένδυτοι, ανθρώπους της διπλανής πόρτας, που η
κοινωνική συνθήκη τους πέταξε εκτός. Ήταν οι αδύναμοι κρίκοι όλου του
κραδασμού που υποστήκαμε. Εν δυνάμει όλοι παίζουμε με τις πιθανότητες. Οι
περισσότεροι είμαστε επισφαλείς.
Ερ:Υπάρχει έντονη καλλιτεχνική παραγωγή στη χώρα. Συμφωνείς;
Απ:Δε νομίζω ότι έχουμε βρει ακόμα τον βηματισμό, απλά γίνονται
πειράματα. Συχνά, έχουμε λόγο αυτοαναφορικό, σα να είμαστε εκτός κοινωνίας,
αποκομμένοι.
Ερ: Πολλοί φεύγουν στο εξωτερικό ή ονειρεύονται την έδρα τους εκτός
Ελλάδας. Εσύ το σκέφτεσαι;
Απ: Αν έβρισκα κάποια δουλειά να βιοποριστώ, θα έφευγα, παρόλο που
τελευταία, προβληματίζομαι. Αφήνουμε δηλαδή το πρόβλημα στην Ελλάδα, και
μεταφέρουμε την τέχνη μας κάπου αλλού, κι από εκεί δίνουμε τον αγώνα μας.
Βέβαια στο παρελθόν υπήρξαν στο εξωτερικό και πολλοί σημαντικοί Έλληνες,
αυτοεξόριστοι. Απ’ την άλλη, αυτό που βιώνουμε τώρα, μας βρίσκει σε μια
ηλικία πολύ δημιουργική και μας την πετσοκόβει. Ελπίζω, όχι μόνο για τον
εαυτό μου αλλά και για όλους τους συναδέλφους μου, να μην παραδοθούμε. Να
δηλώσουμε την παρουσία μας εδώ.
Ερ:Στις κολεκτίβες πιστεύεις;
Απ: Όχι πάντα. Προς χάρη της κολεκτίβας, υπονομεύονται πράγματα.
Προσωπικά δεν χωράω πουθενά, ούτε στα κουτιά που έφτιαξα”.
Νατ.Δ