Αγαπητοί γονείς,
στις δύσκολες και πρωτόγνωρες συνθήκες που ζούμε, η βαθμολογία α’ τριμήνου, που υποχρεωνόμαστε αυτές τις μέρες να σας παραδώσουμε, αποτελεί μια λανθασμένη παιδαγωγική επιλογή.
Πριν όμως υποστηρίξουμε και εξηγήσουμε τη θέση αυτή, οφείλουμε να σας ευχαριστήσουμε για την τεράστια προσπάθεια που μαζί μας καταβάλλετε και εσείς για να μη σβήσει η φλόγα της μόρφωσης στον καιρό της καραντίνας. Τη γνωρίζουμε και την εκτιμούμε βαθιά την προσπάθεια αυτή. Χωρίς αυτήν, η δουλειά μας στην καραντίνα θα ήταν αδύνατη.
Αναγνωρίζουμε ότι πολλοί από σας, καθώς και πολλοί από τους εκπαιδευτικούς, αναλάβατε σε καιρούς δύσκολους για τις οικογένειες σας το οικονομικό κόστος αυτής της προσπάθειας. Ακόμα περισσότερο που η πολιτεία επέλεξε να φορτώσει αυτό το κόστος στους ώμους σας. Ακόμα που πολύ περισσότερο κι εσείς και εμείς ακούσαμε από την Υπουργό Παιδείας πολλά λόγια για τους χιλιάδες υπολογιστές που μοιράζονται στα σχολεία αλλά στην πράξη δεν είδαμε τίποτα!
Γυρνώντας τώρα στο θέμα της βαθμολογίας, υποστηρίζουμε πως:
η βαθμολογία που σας παραδίδουμε δε μπορεί σε καμία περίπτωση να αποδώσει την πραγματική εικόνα της επίτευξης των μαθησιακών στόχων αυτής της περιόδου. Αντίθετα θα διευρύνει τις εκπαιδευτικές ανισότητες μεταξύ των μικρών μαθητών μας, θα επιφέρει σύγχυση και θα δυσκολέψει την μεταξύ μας επικοινωνία.
Η διεύρυνση των εκπαιδευτικών ανισοτήτων θα έρθει αν επιλέξουμε να βαθμολογήσουμε με την παραδοχή ότι ο κάθε βαθμός υποτίθεται ότι αντιστοιχεί σε κάποια επίδοση. Αν επιλέξουμε δηλαδή να βαθμολογήσουμε σαν να μην υπάρχουν παιδιά χωρίς ηλεκτρονικές συσκευές, σαν να μην υπάρχουν παιδιά με συσκευές περιορισμένων δυνατοτήτων ή παιδιά με κακές τηλεφωνικές συνδέσεις, σαν να μην υπάρχουν παιδιά χωρίς κάποιον ενήλικο ικανό να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις αυτών των συσκευών, σαν να μην υπάρχουν παιδιά που αδυνατούν να προσαρμοστούν στην ψυχρότητα της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης, σαν να μην υπάρχουν παιδιά που έχουν περισσότερο ανάγκη τη ζεστασιά της επαφής με τη/τον εκπαιδευτικό, ένα «καλό» μάθημα.
Η ισονομία των βαθμών ήταν πάντα μια προβληματική ιδέα, καθώς η κοινωνία που ζούμε είναι μια κοινωνία ανισοτήτων και οι μαθητές μας δεν ξεκινούν από την ίδια κοινωνική ή οικονομική αφετηρία. Στις συνθήκες όμως της τηλε-εκπαίδευσης τα προβλήματά πολλαπλασιάζονται αναντίρρητα. Η ανισότητα στην εκπαίδευση, δεν είναι για μας απλά ένα γενικό πρόβλημα. Είναι η αδικία απέναντι στο ένα ή στο άλλο παιδί που δεν χρωστάει τίποτα. Η ανισότητα είναι πρόσωπα μικρών και αθώων παιδιών που σπρώχνονται στο τέλος της ουράς.
Αν πάλι κάποιοι από εμάς τις/τους εκπαιδευτικούς εγκαταλείψουμε την ιδέα της ισοτιμίας των βαθμών, αν επιλέξουμε να βαθμολογήσουμε σε προσωπική βάση, τότε τι πρέπει να καταλάβει ο κάθε γονιός και το κάθε παιδί από το Α ή το 10; από το Β ή το 9; Αν πάρουμε δηλαδή υπόψη μας τις δυσκολίες που κάθε παιδί αντιμετωπίζει, αν το κρίνουμε με βάση τις προσπάθειες που το ίδιο καταβάλλει για να κερδίσει κάτι (όσο μικρό κι αν είναι) από το μάθημα, τότε τι μένει από τους βαθμούς; Πόσο ήσυχος μπορεί να είναι ο γονιός για τις επιδόσεις του αριστούχου παιδιού του;
Σε συνθήκες εξαίρεσης σαν αυτές της πανδημίας με τα σχολεία κλειστά, το αμφιλεγόμενο παιδαγωγικό μέσο της βαθμολογίας γίνεται επικίνδυνο.
- Χωρίς αναγνώριση των αδυναμιών της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης σε σύγκριση με την σχολική καθημερινότητα,
- χωρίς κρατική χρηματοδότηση για την εξασφάλιση των αναγκαίων συσκευών και γραμμών σύνδεσης για όλα τα παιδιά και τους εκπαιδευτικούς,
- χωρίς υποστήριξη στη χρήση των μέσων,
- χωρίς το παραμικρό εκπαιδευτικό υλικό για τις ανάγκες της εξ’ αποστάσεως διδασκαλίας,
- χωρίς κατάλληλες αλλαγές στο αναλυτικό πρόγραμμα,
το να δίνουμε βαθμούς σαν να μη συμβαίνει τίποτα, είναι ένα λάθος που θα το πληρώσουμε σύντομα όλοι:
πολλοί μαθητές με αποτυχία,
πολλοί γονείς με δίδακτρα φροντιστηρίων,
πολλοί εκπαιδευτικοί με απογοήτευση,
το δημόσιο σχολείο με αναξιοπιστία και
η κοινωνία με αμάθεια.
Ο αγώνας και η αγωνία για μόρφωση συνεχίζονται, αλλά σε ειδικές συνθήκες. Οι εξαιρέσεις πρέπει να αναγνωριστούν. Οι αδυναμίες επίσης. Όλοι μαζί πρέπει να το απαιτήσουμε από την κυβέρνηση. Και πάνω σ’ αυτή την αναγνώριση, θα πρέπει να χτιστεί η επανέναρξη της λειτουργίας του σχολείου με την αναγκαία αναδιάταξη της ύλης κάθε μαθήματος και την ενισχυτική διδασκαλία για όσους μαθητές/τριες τη χρειάζονται.
Η κυβέρνηση πρέπει να πάρει όλα τα απαραίτητα μέτρα ώστε τα σχολεία να ανοίξουν με ασφάλεια μετά τις γιορτές των Χριστουγέννων. Σε αυτές τις συνθήκες δεν είναι πολυτέλεια η αναγκαία αραίωση στις αίθουσες με 15 μαθητές ανά τμήμα. Δεν είναι πολυτέλεια η διενέργεια δωρεάν τεστ σε όλο το μαθητικό και εκπαιδευτικό πληθυσμό της χώρας. Δεν είναι πολυτέλεια το επαρκές προσωπικό καθαριότητας σε κάθε σχολείο. Είναι το ελάχιστο αναγκαίο για να ανοίξουν τα σχολεία με ασφάλεια, για να μην τα δούμε να ξανακλείνουν πάλι σε ένα πιθανό τρίτο κύμα της πανδημίας!
O πρόεδρος Ο Γ. Γραμματέας
Δημήτρης Μαριόλης Νίκος Αθανασόπουλος